Γράφει ο Δημήτρης Ευαγγελοδήμος, δημοσιογράφος, συγγραφέας

Μέρος Α΄, από το υπό τελική επεξεργασία του νέου βιβλίου του «Οι εκκλησιές μου»

Η Αγία Τριάδα, προς τιμήν της οποίας αναγέρθηκε περί τα μέσα του 16ου αιώνα ένα ταπεινό εκκλησάκι, αντάξιο της μικρής βλαχοποιμένικης πόλης του Καρπενησίου, είναι η ενορία μας. Απόλυτα συνυφασμένη με όλες τις οικογενειακές χαρές και λύπες πάππου προς πάππου: γάμοι, βαπτίσια, κηδείες, μνημόσυνα, που πάντοτε συνοδεύονταν από  όλα τα συμπαραμαρτούντα, ώστε να τα έχουμε καλά με τα πνεύματα, τους αγίους και με τους παππάδες. Μάλιστα, θυμάμαι τον πατέρα μου επί χρόνια επίτροπο του ναού, τη μάνα μου και την αδελφή μου να μη λείπουν από τον ετήσιο στολισμό του επιταφίου και μένα παππαδάκι να κρατώ το εξαπτέρυγο κάθε Κυριακή και γιορτή, και κάθε Μεγάλη Παρασκευή να διαγκωνίζομαι με τα άλλα παιδιά ποιος θα κατοχυρώσει μια από τις τρεις καμπάνες του παλιού καμπαναριού ενόσω διαρκούσε η περιφορά του επιταφίου. Ήταν τόσος ο διαγκωνισμός που μια χρονιά κρεμαστήκαμε δυο τρεις σε κάθε σκοινί και κτυπούσαμε τις καμπάνες σε αναστάσιμο τόνο, ώσπου εμφανίστηκε ένας επίτροπος και μας λιάνισε τ’ αυτιά!

Αυτό το ταπεινό εκκλησάκι βρήκε ο μεγάλος δάσκαλος Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός, όταν ήλθε στο Καρπενήσι το 1645 για να δημιουργήσει τη Σχολή Καρπενησίου, έκανε έρανο παντού –μέχρι στο πριγκιπάτο της Μολδαυίας,  έφτασε- και κατάφερε να κτίσει μια ευπρεπή εκκλησία, την οποία μάλιστα  με προσφυγή στον Πατριάρχη την έκανε Σταυροπηγιακή, ώστε να υπάγεται απ’ ευθείας στο Φανάρι και έτσι να εμποδίσει τα διάφορα… κοράκια (που ποτέ δεν έλλειψαν!) να βάζουν χέρι στον ναό και στις προσόδους του!

Ωστόσο, ο ναός κακόπαθε στην πορεία των χρόνων: Το πρώτο καταστράφηκε επί Βενετοτουρκικού πολέμου, μάλλον ανάμεσα στο 1684 και 1892. Ξανακτίστηκε με δαπάνες του τυχοδιώκτη Μανιάτη Λιμπεράκη Γερακάρη, που ρήμαξε την περιοχή, πότε πηγαίνοντας με τους Οθωμανούς και πότε με τους Βενετούς –ποιος ξέρει τι αμαρτήματα θέλησε να ξεπλύνει!

Η δεύτερη καταστροφή του ναού ήλθε από αλβανικές συμμορίες το 1756, για να τον αποτελειώσουν το 1758 για να ξανακτισθεί «συνάρσει θεία, εκ βάθρων ωραίος και περικαλλής» δυο χρόνια αργότερα. Το 1821 όμως με την επανάσταση οι πολιορκημένοι Οθωμανοί της πόλης ενόσω επιχείρησαν έξοδο κατέκαψαν την Αγία Τριάδα και άλλες τρεις εκκλησίες της πόλης.

Ο ναός επισκευάστηκε μετά την απελευθέρωση ως μονόκογχος εγγεγραμμένος με τρούλο, με έναν πύργο ρολογιού στη νοτιοανατολική κόγχη του και ένα πετρόκτιστο καμπαναριό στο νοτιοδυτικό άκρο του προαυλίου. Εσωτερικά είναι αγιογραφημένη από τον ζωγράφο Ιωάννη Γρεβενίτη (από τα Γρεβενά)  και τους υιούς του, που μάλλον αποδείχθηκαν κατώτεροι της αξίας του πατέρα τους.

Με αυτή την αρχιτεκτονική η Αγία Τριάδα έφτασε έως τις αρχές του 1960, οπότε ξεκίνησε μια ζωηρή κουβέντα για την ανάγκη ανακαίνισής της.

Υπήρξε μια ομάδα ανθρώπων που πρότεινε την ολοκληρωτική κατεδάφιση του ναού ώστε στη θέση του να αναγερθεί ένα τεράστιο τσιμεντένιο-μαρμάρινο οικοδόμημα!!! (σ.σ.: Ποτέ δεν έλλειψαν από αυτή την πόλη οι ερωτευμένοι με το… προσοδοφόρο τσιμέντο και τις φαραωνικές αναπλάσεις, κάτι ανάλογο συμβαίνει και σήμερα!) Στις 31 Ιανουαρίου 1960 ένας νεαρός, φιλόδοξος και καλλικέλαδος παππάς ανέλαβε εφημέριος στην Αγία Τριάδα, διαδεχόμενος  τον και δάσκαλο  παπά-Τάκη Κοντοπάνο, που υπηρετούσε  σε αυτή την ενορία από το 1946. Επρόκειτο για τον π. Άγγελο Παπαθανασίου, γιο του παπά-Θανάση Κοροκίδα από το Στένωμα. Ο Παπάγγελος πλαισιώθηκε από μια ομάδα ανθρώπων που εκείνη την εποχή βρισκόταν στην πρώτη γραμμή για τον εκσυγχρονισμό της πόλης, που ήταν ακόμη καθημαγμένη από τις καταστροφές της Κατοχής και του Εμφυλίου.

Οι ίδιοι άνθρωποι, έμποροι της τοπικής αγοράς οι περισσότεροι, δημιούργησαν πολιτιστικούς και αθλητικούς συλλόγους, την Τοπική Επιτροπή Κοινοτικής Αναπτύξεως, πρότειναν την  διοργάνωση Γιορτών του Δάσους, παρότρυναν τις νοικοκυρές να ανοίξουν τα σπίτια τους στους ξένους επισκέπτες ελλείψει ξενοδοχείων, έθεσαν τα στάνταρ για τη λειτουργία ενοικιαζόμενων δωματίων κ.λπ. Μια από τις προτεραιότητες που τέθηκαν τότε ήταν η ανακαίνιση  του ναού, ώστε να συνάδει και με την ιστορία και με τις παραδόσεις της πόλης.

Έτσι, στις 4 το απόγευμα της Κυριακής 6 Μαρτίου 1960 μαζεύτηκαν 52 επώνυμοι Καρπενησιώτες, οι οποίοι αποτέλεσαν τη Γενική Συνέλευση Ενοριτών για να συζητήσουν το θέμα της ανακαίνισης του ναού. Το πρακτικό της Συνέλευσης είναι αποκαλυπτικό των προθέσεων, καθώς σε αυτό γινόταν λόγος για διεύρυνση του υφισταμένου κτιρίου του Ιερού Ναού «διά της κατασκευής νέου τοιούτου εν τω αυτώ χώρω και βάσει ειδικού σχεδίου  αρμοδίου αρχιτέκτονος , συγχρονισμένου, αλλά και χωρητικότητος ην επιβάλλουσιν αι αυξανόμεναι οσημέραι ανάγκαι». Ουσιαστικά, πρότειναν την κατεδάφιση του υπάρχοντος ναού και την ανέγερση ενός νέου που να δέσποζε πάνω από τη μικρή πλατεία της πόλης!

Εν πάση περιπτώσει και χωρίς να καταλήξουν σε συγκεκριμένη λύση, το ζήτημα ήταν να βρουν τα λεφτά για να κάνουν ό,τι επρόκειτο να κάνουν. Προς το σκοπό αυτό συγκρότησαν δωδεκαμελή ερανική επιτροπή, που αποτελούνταν από τους εξής: 1) Δημήτριος Κοτσιμπός, δήμαρχος 2) Σταύρος Κ. Λάππας, δικηγόρος, 3) Χαράλαμπος Κ. Κακαβιάς, ιατρός 4) Αθανάσιος Παπαγιαννόπουλος, οδοντίατρος 5) π. Δημήτριος Κοντοπάνος, συνταξιούχος ιερέας 6) Θεοφάνης Δ. Ευαγγελοδήμος, έμπορος 7) Κωνσταντίνος Σ. Αντωνόπουλος, δικαστικός υπάλληλος 8] Γεώργιος Μοναστηριώτης, υπάλληλος Πρόνοιας 9) Χρήστος Αθ. Νικόπουλος, αυτοκινητιστής 10) Ελένη Ν. Παπαγεωργίου 11) Αναστασία Γ. Παπαγεωργίου και 12) Μαργαρίτα Β. Σιταρά. Παράλληλα συγκρότησαν και ένα κλιμάκιο αυτής της επιτροπής στην Αθήνα, στο οποίο μετείχαν οι: 1) Σεραφείμ Κ. Τριανταφύλλου, υπάλληλος του υπουργείου Εσωτερικών 2) Γεώργιος Ι. Παπαγιαννόπουλος βιομήχανος 3) Αθανάσιος Ανδρ. Σακκαλής βιομήχανος 4) Κωνσταντίνος Ευθ. Χινόπωρος δικηγόρος 5) Γεώργιος Δημ. Τσιτσάρας δικηγόρος 6) Σοφοκλής Ι. Ψιλάκης 7) Θεοφάνης Αποστολιάς 8] Παρασκευή Σ. Κοκέβη και 9) Γεωργία χήρα Κ. Βασιλείου.

 Ευτυχώς, όμως μια ομάδα ανθρώπων αντιστάθηκαν σθεναρά και έπεισαν το εκκλησιαστικό συμβούλιο να διαβιβάσει αναφορά στον Μητροπολίτη Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Δαμασκηνό, ώστε αυτός να μεριμνήσει για να αποσταλεί στο Καρπενήσι αρχαιολόγος και αυτός να γνωματεύσει για την  αρχαιολογική αξία του ναού.  Πραγματικά, στις 29 Μαρτίου 1960 ο Δαμασκηνός έστειλε έγγραφο και επισκέφθηκε ο ίδιος το υπουργείο Προεδρίας, όπου εντασσόταν τότε  η Αρχαιολογική Υπηρεσία και πέτυχε να επισκεφθεί το Καρπενήσι ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Εμμανουήλ Χατζιδάκης μαζί με τον διευθυντή Αναστηλώσεων και Εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής Ευστάθιο Στίκα. Εκτός από αυτούς επισκέφθηκαν το Καρπενήσι ο αρχαιολόγος Ιωάννης Κοντής και ο διευθυντής Αρχαιοτήτων Κώστας Παπαδημητρίου. Το αποτέλεσμα της επίσκεψης ήταν ένα «απαγορευτικό» σε κάθε σκέψη κατεδάφισης του ναού. Σε ολιγόλογο έγγραφό τους (23.07.1960) σημειώνουν ότι «μόνο προς ανατολάς δύναται να επιτραπή  η επέκτασις του εν λόγω ναού κατά 3-4 μέτρα». 

Παράλληλα, υπήρξε ο χαρακτηρισμός του ναού ως Διατηρητέου Ιστορικού Μνημείου με σημαντική χορήγηση πίστωσης για τη συντήρησή του. Έτσι, ο ναός μέσα σε λίγες ημέρες γλίτωσε την ανίερη κατεδάφιση και η πόλη από ένα φαραωνικό κτίσμα που θα έπνιγε τη μικρή της πλατεία!

Τους επόμενους μήνες εκτυλίχθηκε ένας κοπιώδης αγώνας για να συγκεντρωθεί το ποσό που απαιτείτο στην Ελλάδα και στην Αμερική, όπου διαβιούσαν πολλοί Ευρυτάνες. Η Διεύθυνση Αναστηλώσεων διά του Ευστάθιου Στίκα καθόρισε επακριβώς το χρονοδιάγραμμα των εργασιών βάση των σχεδίων που κατήρτισε ο υπομηχανικός Αριστείδης Παπαγεωργίου, γιος του συμβολαιογράφου Καρπενησίου Γεωργίου Παπαγεωργίου, και οι εργασίες άρχισαν αμέσως  υπό την επίβλεψη του τεχνικού Χαράλαμπου Τσουκαλά. Οι πρωτομάστορες Σπύρος Κουδουνάς και Κώστας Δανιήλ με πολύ μεράκι και καρφί καρφί έφτιαξαν τη νέα στέγη του ναού που στέκει ως τα σήμερα!! 

Καθώς προχωρούσαν οι οικοδομικές εργασίες, προέκυψε η ανάγκη και του εσωτερικού εξοπλισμού του ναού. Κατασκευάστηκαν καινούργια στασίδια, νέα δρύινα  κουφώματα και πόρτες πολυτελούς κατασκευής και αγοράστηκαν τρεις νέες καμπάνες βάρους 300 κιλών.  Επίσης ο γιατρός Διονύσιος Ματθές έδωσε 30.000 δρχ. για την κατασκευή ξυλόγλυπτου δεσποτικού, δυο αναλογίων και 13 στασιδίων. Το πανέμορφο ξυλόγλυπτο παγκάρι είναι δωρεά της οικογενείας Ευαγγελοδήμου, και των εν Αμερική ευρισκομένων αδελφών τους Μαργαρίτας Βασιλείου Σκεντέρη και Φωτεινής Γεωργίου Καραγκούνη . Τα δυο ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια είναι δωρεά της Ελένης Π. Τριανταφύλλου επίσης από τις ΗΠΑ. Σημαντικής αξίας ήταν και τα αγορασθέντα Ιερά σκεύη, άμφια, καντήλια, εξαπτέρυγα κ.λπ. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί ότι η ανακαίνιση του ναού κινητοποίησε το σύνολο των Καρπενησιωτών. Από τον αρχιερατικό επίτροπο π. Κώστα Παπανικολάου, έως τον νομάρχη Ηλία Παυλάκο, τον δασάρχη Ιωάννη Παπαζήση, που διέθεσε ατελώς την απαιτούμενη ξυλεία και τέλος έως όλους τους εργατοτεχνίτες της πόλης που εργάστηκαν δωρεάν και τους αυτοκινητιστές της πόλης που παραχώρησαν αμισθί τα αυτοκίνητά τους για τη μεταφορά των υλικών.

*Παραλήφθηκαν οι παραπομπές στις πηγές.