Κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα, η Αθήνα ήταν έδρα πολλών φιλοσοφικών σχολών. Ένας σύντομος περίπατος στην αγορά θα ήταν πολύ ευεργετικός, για να καθαρίσει ο νους του Αθηναίου πολίτη από τα πλοκάμια της ανησυχίας. Θα περνούσε έξω από την Ακαδημία του Πλάτωνα, το Λύκειο του Αριστοτέλη, τις σχολές των Στωικών και των Κυνικών και κάποια στιγμή θα συναντούσε τον Κήπο του Επίκουρου. Στην τελευταία του στάση, θα αναζητούσε απαντήσεις για ζητήματα περί ζωής και θανάτου× προβληματισμοί δηλαδή που κατέτρυχαν και θα κατατρύχουν τον άνθρωπο εις το διηνεκές.
Στο βιβλίο του, «Στον Κήπο του Επίκουρου», ο Ίρβιν Γιάλομ, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της υπαρξιακής σχολής στην ψυχιατρική, ξετυλίγει προσωπικές αλλά και πανανθρώπινες ιδέες αναφορικά με το άγχος θανάτου. Η αλήθεια είναι πως συμβαίνουν συνεχώς γεγονότα που οδηγούν τον άνθρωπο στη συνειδητοποίηση της θνητότητάς του× μια ξαφνική αρρώστια ή απώλεια, μια ματιά στον καθρέφτη, τα μαλλιά που ασπρίζουν, το σαγόνι που κρεμάει, οι ώμοι που καμπουριάζουν αλλά και η συνολικότερη αίσθηση αδυναμίας που επικρατεί ειδικά τα τελευταία χρόνια ζωής του ανθρώπου. Εκείνες τις στιγμές, ο νους πλημμυρίζει από σκέψεις σε σχέση με την προσωρινότητα της ύπαρξης και την απουσία προφανούς νοήματος στη ζωή και πυροδοτεί αισθήματα ανασφάλειας και φόβου. Σε αυτό το πλαίσιο, η μελέτη του Γιάλομ επικεντρώνεται στη διαχείριση τέτοιων συλλογισμών μέσω δύο θεραπευτικών εργαλείων: των ιδεών μεγάλων στοχαστών και φιλοσόφων και της στενής σύνδεσης με άλλους ανθρώπους. Η συνεργεία αυτών είναι ικανή να περιορίσει σε μεγάλο βαθμό το άγχος θανάτου.
Ανάμεσα στις ιδέες που αναφέρονται στο βιβλίο, είναι η αποφυγή της αβίωτης ζωής και η θεωρία των κυματισμών. Η αβίωτη ζωή ή διαφορετικά, η καταπνιγμένη ζωή, μπορεί να εκφράζεται ως άγχος θανάτου, διατείνεται ο Γιάλομ. Ο Νίτσε θεωρούσε πως το άγχος θανάτου πηγάζει από την αίσθηση πως οι άνθρωποι δεν κατάφεραν να ζήσουν όπως ήθελαν τη ζωή τους και να γίνουν κύριοι του εαυτού τους. «Καμία θετική αλλαγή δεν μπορεί να επέλθει στη ζωή μας, όσο παραμένουμε προσκολλημένοι στην σκέψη ότι ο λόγος που δεν ζούμε καλά, βρίσκεται έξω από εμάς τους ίδιους». Γι’ αυτόν τον λόγο, προτρέπει ‘amor fati’, να αγαπήσει δηλαδή κανείς το πεπρωμένο του ή καλύτερα «να δημιουργήσει κανείς το πεπρωμένο που μπορεί να αγαπήσει». Από την άλλη, η θεωρία των κυματισμών αναφέρεται στο γεγονός πως ο καθένας μας, χωρίς να το συνειδητοποιεί, μπορεί να δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους επιρροής, οι οποίοι επηρεάζουν άλλους ανθρώπους για πολλά χρόνια, ακόμα και πολλές γενεές. Με άλλα λόγια, ακόμα και πέρα από την αντίληψή μας, μπορούμε να μεταβιβάσουμε τις ιδέες μας στους άλλους. Η ιδέα αυτή, ότι μπορούμε να αφήσουμε κάτι δικό μας, μπορεί να προσφέρει μία δραστική απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι από το πεπερασμένο της ύπαρξης προκύπτει το μάταιο της ζωής.
Παρότι όλοι ζούμε στον «ίδιο» κόσμο, καθένας τον κατασκευάζει με τον δικό του τρόπο εσωτερικά× τον γνωρίζει πλήρως μόνο ο ίδιος. Αυτή η αίσθηση που προκύπτει από τη μοναχική θέαση της ζωής μπορεί να καταπραϋνθεί μέσα από τις στενές σχέσεις, οι οποίες συνήθως χτίζονται μέσα από μια διαδικασία αμοιβαίων αυτοαποκαλύψεων. Ο ένας κάνει το πρώτο βήμα και αποκαλύπτει κάποια μύχια σκέψη και ο άλλος γεφυρώνει την απόσταση ανταποδίδοντας με ανάλογο τρόπο. Μαζί βαθαίνουν τη σχέση τους με μια σειρά αυτοαποκαλύψεων. Όσο πιο πολύ μπορούμε να είμαστε ο εαυτός μας, να μοιραζόμαστε πλήρως αυτό που είμαστε, τόσο πιο πολύ αίρεται η αίσθηση της μοναξιάς.
Άλλωστε, η μοναξιά υπάρχει μόνο μέσα στη μοναξιά× όταν τη μοιράζεσαι, σβήνει…