Χειρόγραφα
Γράφει ο Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος
Συγγραφέας, Αρθρογράφος & Ραδιοφωνικός Παραγωγός
theofanhspap@outlook.com
Κατοχή. Εμφύλιος Πόλεμος. Ξενιτεμός. Κι ο αέρας παγερός, ραπίζει από νωρίς
τα όνειρα των ανθρώπων, εκεί στα ψηλά βουνά της Ευρυτανίας…
Η Θάλεια Λυμπέρη και ο Δημοσθένης Ταρούσης παιδιά ακόμη θα συναντηθούν κάτω από τον ίσκιο μιας καρυδιάς στην ορεινή Ευρυτανία. Στην λαογραφία η καρυδιά είναι ο δρόμος που συνδέει το επίγειο με τον Κάτω Κόσμο. Ο Ν.Γ. Πολίτης αναφέρει πως: «Τα μεγάλα και παλαιά δέντρα είναι στοιχειωμένα, και οι άνθρωποι αποφεύγουν να κάθωνται πολλήν ώρα αποκάτω σ’ αυτά, ή να κοιμώνται στον ήσκιο των, για να μην πάθουν». Ο Σεφέρης γράφει: «Κι ας γείρει ο πόθος σου βαρύς σαν ήσκιος καρυδιάς.»
«Ονομάζομαι Θάλεια Λυμπέρη, γεννήθηκα το1935 σε ένα πάμφτωχο χωριό της Ευρυτανίας και η πορεία του βίου μου με οδήγησε σε πολλούς και διαφορετικούς δρόμους. Παραδέχομαι ότι οι δυσάρεστες συμπτώσεις ήταν πολλές, και ίσως σε κάποιους να φανούν υπερβολικές, ωστόσο έφτασα να πιστεύω πως ο ίδιος ο άνθρωπος τις δημιουργεί όταν αφήνει τη μοίρα, τον περίγυρο και τον φόβο να τον παρασύρει».
Ο Δημοσθένης έχει ήδη δώσει το πρώτο του φιλί στην Θάλεια πριν φθάσει η μέρα που θα φύγει από την Ευρυτανία για τον Καναδά. Εκεί τον περιμένουν τα τρία του αδέλφια. Στο Τορόντο. Σε μικρό χρονικό διάστημα μεταμορφώνεται σε έναν άνθρωπο σκληρό, αδίσταχτο, άπληστο. Κληρονομεί το μεγάλο κουσούρι του πατέρα του. Την χαρτοπαιξία. Θα αποκτήσει μεγάλη περιουσία που γρήγορα όμως θα χάσει. Εκτός από τα χαρτιά θα παίξει και με την καρδιά και τα όνειρα της επαρχιώτισσας νύφης που θα του προξενέψει η μητέρα του.
«Καθώς ερχόμουν, εκεί στα δίστρατα είδα… Είδα κρεμασμένο σ’ έναν πλάτανο ένα κεφάλι. Σε αντάρτη άνηκε, σε δωσίλογο; Ποιος ξέρει; Κάποτε εκείνο το κεφάλι άνηκε σε ένα αγόρι που γελούσε και έπαιζε αμέριμνο με τα άλλα παιδιά. Να ήταν, άραγε, ανάμεσα σε εκείνα τα παιδιά κι αυτός που σήκωσε το μαχαίρι πάνω του και χώρισε το κεφάλι από το κορμί;»
Τα τέσσερα αγόρια ζητούνε από την μάνα τους να φύγει για πάντα από την Ευρυτανία και να βρεθεί κοντά τους. Η Ταρούσαινα θα θέσει έναν όρο. Να φέρει μια Ελληνίδα ως προξενιό στον μικρότερο και μόνο ανύπαντρο γιο της. Ο Δημοσθένης δίχως να το σκεφτεί δέχεται τον όρο καθαρά ως συμβιβασμό.
Η Θάλεια μαθαίνει το προξενιό της Ταρούσαινας για τον Δημοσθένη. Κρύβει τα δάκρυα της και δίνει την ευχή της στην Αγαθούλα. Αν είναι κάποιος να ευτυχίσει στο σπίτι τους ας είναι η αδελφή της… Εξάλλου αυτή έχει να πολεμήσει ακόμη με τις σκιές… Εκείνες τις καταραμένες σκιές που έφερε μαζί της ένα βράδυ η Βαγγελιώ μετά τη συνάντηση της με την μάγισσα… Εκείνες τις τρείς σκιές που έφεραν μόνο πόνο και σκοτάδι στη ζωή της.
Σερνικοβότανα, επίκληση σκοτεινών δυνάμεων, ελεημοσύνες και ζητιανιές, όλα παίζουν το ρόλο τους… Οι συνεχείς ανατροπές των γεγονότων θα ενώσουν ξανά τον δρόμο της Θάλειας και του Δημοσθένη, στο Τορόντο αυτή τη φορά. Θα προσπαθήσουν να ξεχάσουν τα λάθη τους και να γιατρέψουν τις πληγές τους… ή μήπως είναι πλέον αργά;