Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιάρας
Τα μαχαίρια έμοιαζαν τυπολογικά με τα χατζάρια όμως το μέγεθός τους και κυρίως η χρήση τους μπορούν να τα κατατάξουν ως δεύτερο γένος στην μεγάλη οικογένεια των οικιακών κοφτερών. Βέβαια τα μαχαίρια έχουν χρησιμοποιηθεί -και χρησιμοποιούνται- ευρύτατα ως αγχέμαχα πολεμικά όπλα. Έτσι έχουμε τα στιλέτα, τις κάμες (δίκοπα μαχαίρια) και τα κοινά μαχαίρια. Στην Βικιπαίδεια διαβάζουμε ότι το μαχαίρι είναι από τα πρώτα εργαλεία που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος. Τα πρώτα λίθινα, σχεδόν ακατέργαστα, μαχαίρια παρουσιάζονται κατά τη μέση ευρωπαϊκή παλαιολιθική εποχή, ενώ κατά τη νεότερη παλαιολιθική εποχή συναντούνται οι λεπτές λεπίδες από πυριτόλιθο. Τα μεταλλικά μαχαίρια εμφανίστηκαν κατά την εποχή του ορείχαλκου. Κατά την εποχή του σιδήρου, το μαχαίρι τελειοποιήθηκε και έφερε πολλά γλυπτά διακοσμητικά στοιχεία.
Η τέχνη της μαχαιροποιίας αναπτύχθηκε ιδιαίτερα κατά το 14ο αιώνα με θαυμάσια δείγματα τις ατσάλινες λεπίδες της αγγλικής πόλης Σέφιλντ. Κατά το 15ο αι. εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τα τραπεζομάχαιρα, με εξαιρετικά διακοσμημένες χειρολαβές και το οικόσημο του ιδιοκτήτη (π.χ. του Δούκα της Βουργουνδίας, που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου). Είναι το ποιητικότερο είδος των κοφτερών αφού ζευγαρώνει στιχουργικά άριστα νοηματικά, σε ερωτόπληκτα τραγούδια με το χέρι, το ταίρι, κ.ά. και κυρίως είναι το σύμβολο των ερωτικών τραυμάτων. Έχουμε το πασίγνωστο «ατσάλινο μαχαίρι» του Ν. Καβαδία και τα τραγούδια: «Δε σου γύρεψα μαχαίρι», «Αγάπη που ΄γινες δίκοπο μαχαίρι», «Εσύ που έστρεφες αργά το μαχαίρι», «Άστραψε στη νύχτα το μαχαίρι» και άλλα πολλά. Επίσης κατέχουν σημαίνουσα θέση στον παροιμιακό λόγο, όπως: «Μη βαράς γροθιά στο μαχαίρι» δηλαδή κάτι χειρότερο από το «σκληρόν προς κέντρα λακτίζειν», «Όποιος έχει μαχαίρι τρώει πεπόνι», «Με το μαχαίρι ανάποδα κόβεσαι δεν κόβεις». «Είμαστε στα μαχαίρια» έλεγαν όταν κάποιοι βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση. «Μαχαιροβγάλτης» είναι ο κάθε νταής.
Κατατάσσονταν σε δυο είδη: στα ψωμομάχαιρα (1) και τα χασαπομάχαιρα (2). Τα πρώτα ήταν κοινά μαχαίρια κουζίνας, πολύμορφα στην κατασκευή, αφού ως χειροποίητα το καθένα είχε τη δική του όψη και κόψη. Τα καλά είχαν λαβή από κέρατο, και αν ήταν μαύρο τα έκανε άριστο εξορκιστικό εργαλείο. Συνήθως όμως η λαβή τους ήταν ξύλινη.Από τα δεύτερα, το χασαπομάχαιρο ήταν το ακριβό και καλοτροχισμένο μαχαίρι του κτηνοτρόφου. Φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά για την φύλαξή του και το χρησιμοποιούσε μόνο για σφάξιμο και για γδάρσιμο, ειδικά του γουρουνιού. Ένα ειδικό μαχαίρι ήταν το καπνομάχαιρο (3) δηλ. αυτό με το οποίο ο νοικοκύρης έκοβε το λαθραίο καπνό, που προμηθευόταν σε μάτσα από τους κάμπους. Ήταν ανακυκλωμένη ιδιοκατασκευή από σωμένη κοσιά. Ένα σοβαρό ζήτημα για τα μαχαίρια ήταν το τρόχισμα. Πριν να έρθουν οι βιομηχανικές λίμες το λόγο είχαν οι ακονιές, δηλαδή σκληρές πέτρες με χαλαζία και οι πυρομάχοι στα φωτογόνια. Ειδικά για το ακόνισμα των χασαπομάχαιρων υπήρχε -και υπάρχει- το χαρμπί. Ένας σοβαρός τσέλιγκας το κουβαλούσε στο σελάχι του και το χρησιμοποιούσε σαν τουφεκόβεργα, για να γεμίζει την κουμπούρα του.