Βιώνουμε για δεύτερη συνεχή χρονιά έναν καύσωνα διαρκείας στη χώρα μας με τη θερμοκρασία να έχει ανεβεί πολλούς βαθμούς πάνω από το μέσο όρο των προηγούμενων καλοκαιριών, ακόμη και στην ορεινή Ευρυτανία. Οι εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες έρχονται να συμπληρώσουν έναν σχεδόν ανύπαρκτο χειμώνα, χωρίς χιόνια και χωρίς ιδιαίτερες βροχές, με αποτέλεσμα να έχουμε και τεράστιο πρόβλημα λειψυδρίας. Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες και πυρκαγιές κάνουν αισθητή την παρουσία τους με καταστροφικές συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές και την οικονομία.
Σύμφωνα με ΤΑ ΝΕΑ, το παράδειγμα της μεγάλης κακοκαιρίας Daniel και των πληγών που άφησε πίσω της στη Θεσσαλία, προκαλεί προβληματισμό για την εικόνα που φέρνει το μέλλον.
Σε αυτό το περιβάλλον, θα καταφέρει η ελληνική γεωργία να επιβιώσει και να συνεχίζει να παράγει αγαθά; Τι θα πρέπει να αλλάξει και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και πως μπορεί να μοιάζει η αγροτική παραγωγή της χώρας το 2050;
«Αγρότες θα υπάρχουν το 2050 και το 3050, γιατί πρέπει να καλύπτονται οι διατροφικές ανάγκες του κόσμου. Η Ελλάδα έχει και ποικίλα παραγωγικά συστήματα. Με την κλιματική αλλαγή, κάποια είδη μπορούν να εξαφανιστούν. Ωστόσο δεν μπορώ να φανταστώ κανένα σενάριο που θα μπορούσε να κάνει την Ελλάδα μη παραγωγική», ανέφερε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ ο Αθανάσιος Τσαυταρής, ομότιμος καθηγητής Γενετικής στο Τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ και πρώην υπουργός Ανάπτυξης.
Ωστόσο την αισιοδοξία του δεν συμμερίζεται ο Γιάννης Καραστέργιος, διευθύνων σύμβουλος της Agronomia: «Δεν θα υπάρχει ισχυρός αγροτικός τομέας σε Ελλάδα και Ευρώπη το 2050 αν συνεχίσουμε τις υφιστάμενες πολιτικές, αφού τόσο η ευρωπαϊκή όσο και η εθνική αγροτική πολιτική δεν επιδοτούν την πραγματική παραγωγή».
Από τη μια λοιπόν, υπάρχουν οι πιέσεις της κλιματικής αλλαγής και οι κίνδυνοι που φέρνει αυτή στον πρωτογενή τομέα. Από την άλλη υπάρχουν οι πιέσεις της αγοράς που είναι το βασικό κίνητρο για την αγροτική παραγωγή.
Καθώς το κλίμα μεταβάλλεται, οι θερμοκρασίες φτάνουν σε νέα ύψη και το περιβάλλον γίνεται ολοένα και ξηρότερο. Στην Ελλάδα, που θεωρείται hotspot της κλιματικής αλλαγής μαζί με την υπόλοιπη Μεσόγειο, η διάμεση θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά 1,76 βαθμούς Κελσίου από την περίοδο 1850-1900 μέχρι σήμερα και έχει φτάσει του 16,03 βαθμούς. Το 2050 εκτιμάται ότι η διάμεση θερμοκρασία θα φτάσει τους 17,57 βαθμούς, σύμφωνα με τον Διαδραστικό Κλιματικό Άτλαντα του Copernicus.
Την ίδια στιγμή υπολογίζεται ότι οι συνεχόμενες ξηρές ημέρες, δηλαδή χωρίς βροχή, θα είναι 44,74 τη φετινή χρονιά ενώ ο αριθμός τους εκτιμάται πως θα φτάσει τις 48,59 ημέρες το 2050 και τις 62,27 ημέρες το 2100.
Αντίστοιχα οι ημέρες που το θερμόμετρο θα ξεπεράσει τους 35 βαθμούς Κελσίου υπολογίζονται σε 21,46 το 2024 ενώ αναμένεται να διπλασιαστούν μέχρι το 2050, οπότε και θα φτάσουν τις 42,68. Το δε 2100 εκτιμάται πως ο υδράργυρος θα χτυπήσει … κόκκινο από 89 ημέρες.
Το πρόβλημα είναι μεγάλο για την Θεσσαλία, όπως ανέδειξε άλλωστε μελέτη της HVA, αλλά και σε περιοχές όπως ο Έβρος, η Κρήτη και η Πελοπόννησος.
Στο πλαίσιο αυτό κάποιες υδροβόρες καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι και το βαμβάκι έχουν μπει στο «στόχαστρο».
«Αν συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση σε 10-15 χρόνια το πρόβλημα θα είναι ανεπανόρθωτο. Δεν θέλουμε η Θεσσαλία να μετατραπεί σε λίμνη, όπως η Αράλη στα σύνορα Καζακστάν – Ουζμπεκιστάν, που έχει καταλήξει να είναι μια άγονη και δηλητηριώδης γη», αναφέρει ο Μιλτιάδης Γκοτζουρής, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Γενικότερα, θα προσθέσω, αν συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση η χώρα μας θα είναι ανεπανόρθωτα και ολοκληρωτικά κατεστραμμένη.