Τα κύρια μέσα αποθήκευσης ήταν ξύλινα, με πρώτους και καλύτερους τους ταλάρους (λατ. talarus), οι οποίοι δεν κάλυπταν μόνο αποθηκευτικές ανάγκες. Στον τόπο μας μέχρι και τελευταία συνυπήρξαν τρεις γενιές ταλάρων.
Κουρέτσα
Ανήκει στην πρώτη και αρχέγονη γενιά της οικογένειας των ταλάρων. Κατασκευαζόταν από ένα τμήμα κούφιου κορμού κάποιου γέρικου κρανοέλατου (έλατο από προσήλιο και άγονο έδαφος), το οποίο αφού καθαριζόταν εσωτερικά με την γουβιά, πατωνόταν και γινόταν έτοιμο να δεχτεί τα προϊόντα του γεωργού. Ανάλογη ήταν και η κατασκευή του κρινιών για τα μελίσσια. (στη φωτο: Α15α1)
Τάλαρος με ξύλινα στεφάνια
Είναι ο τάλαρος δεύτερης γενιάς. Κατασκευαζόταν από εξειδικευμένους μαστόρους. Η παράπλευρη επιφάνεια, σε μορφή κόλουρου κώνου, κατασκευαζόταν με ξύλινες σανίδες, τις δόγες (α), οι οποίες συσφίγγονταν με ξύλινα στεφάνια(β) και η βάση με ειδικά διαμορφωμένες σανίδες. Ήταν δύσκολη η συναρμογή των παράπλευρων δογών (η οποία και σήμερα εύκολα δεν μπορεί να γίνει), Όμως η κατασκευή των ξύλινων στεφανιών απαιτούσε το μύστη τους και σήμερα «τέτοιοι μύστες δεν υπάρχουν πια!». (στη φωτο: Α15α2)
Τάλαρος με σιδερένια στεφάνια
Ήταν ίδιας «τεχνολογίας» με τον προηγούμενο, μόνο που δενόταν με στεφάνια από σιδερένιο τσέρκι, που η κατασκευή τους ήταν εύκολη, αλλά οδηγούσε τον ταλαροποιό στο εμπόριο και την εκχρηματισμένη οικονομία. Οι τάλαροι, σε σύγκριση με την κουρέτσα, παρείχαν στεγανότητα γι΄ αυτό και συνήθως χρησιμοποιούνταν για αποθήκευση γαλακτοκομικών προϊόντων. (στη φωτο: Α15α3)
ΟΙ ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΤΑΛΑΡΟΙ
Ήξερα την σλαβόφωνη κυριαρχία στους παραδοσιακούς ποιμενικούς όρους κι έναν τέτοιον θεωρούσα και τον «τάλαρο». Όμως σε ανύποπτο χρόνο χαζολογώντας στο ίντερνετ, διάβασα ότι Όμηρος συχνά αναφέρεται σε «πλεκτούς ταλάρους». Φούσκωσα με εθνική περηφάνια, για το μακραίωνο μεγαλείο της γλώσσας μου και αναθερμάνθηκε η αγάπη μου για τον τάλαρο, που ήταν πάντα γεμάτος με «τα της ταλαίνης νηδύος (κοιλιάς) θρεπτήρια». Ο τάλαρος ήταν πλεκτό καλάθι από λυγαριά για εναπόθεση νωπού τυριού και παράγεται από το ρήμα «τλάω». Είναι αυτό που ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ονομάζει τυροβόλια, όπως λέγονταν και μέχρι τις μέρες μας.
Ο Γαληνός αναφέρει ως παράδειγμα τον τρόπο τυροκόμησης του γάλακτος, για να εξηγήσει τη λειτουργία των νεφρών γράφοντας: « καὶ γὰρ καὶ τοῦτο, πᾶν ἐμβληθὲν εἰς τοὺς ταλάρους, οὐ πᾶν διηθεῖται»
Ο Όμηρος στην Ἰλιάδα (στίχοι 567-568) μας λέει: «παρθενικαὶ δὲ καὶ ἠΐθεοι ἀταλὰ φρονέοντες | πλεκτοῖς ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν», που σε έμμετρη απόδοση του Ιάκωβου Πολυλά σημαίνει: «Και αγόρια, κόρες λυγερές, αμέριμνα στην γνώμην | εφέρναν τον γλυκύν καρπόν μέσα εις τα καλάθια», δηλαδή ταλάρους εννοεί τα καλάθια.
Στους Δειπνοσοφιστές ο τάλαρος προσεγγίζει στο σημερινό του περιεχόμενο και έχει την έννοια του μεγάλου ξύλινου κάδου για κρασί και γράφει ο Αθήναιος: «ὁ Φλιάσιος Τίμων ὁ σιλλοαγράφος τάλαρὸν πού φησιν ἐπισκώπτων τοὺς ἐν αὐτῷ τρεφομένους φιλοσόφους».