ΑΛΑΤΑΡΙΑ

1100
alati

Η αλαταριά δεν αφορούσε τη βόσκηση όμως τα ζώα έπρεπε να τρώνε το αλάτι τους. Για τούτο υπήρχαν οι αλαταριές. Ήταν πέτρινες πλάκες διάσπαρτες σε μια λάκα όπου, από καιρού εις καιρόν, έριχναν πάνω οι τσοπάνηδες αλάτι και τα πρόβατα το έγλυφαν μετά μανίας. Σε κάποιες μελίστες υπήρχε ορυκτό αλάτι. Ήταν φυσικές αλατίστρες. Εκεί έτρεχαν οι κατσίκες και έγλυφαν επί ώρες το χώμα.

Το αλάτι άργησε πολύ να ενοχοποιηθεί ως εχθρός της υγείας. Για τους βλάχους ήταν δείγμα έσχατης ένδειας να τρώνε χόρτα βραστά ανάλατα και αλάδιαγα. Βλέποντας τα ζώα τους να τρώνε χρονικίς χόρτα… αλάδιαγα δεν τους ένοιαζε μα μονίμως ανάλατα δεν τους καλοφαίνονταν, γι΄ αυτό αποφάσιζαν από καιρού εις καιρόν να τα αλατίζουν. Τότε το αλάτι δεν βρισκόταν υπό διωγμό αλλά ήταν περιζήτητο.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισε ο… παγκόσμιος πόλεμος κατά του αλατιού. Μέχρι τότε θεωρούταν ότι κάνει καλό στην υγεία. Η προμήθεια του ήταν δύσκολη για τα ορεινά και ήταν πρώτης γραμμής δραστηριότητα για έναν προκομένο νοικοκύρη. Ήθελε πολύ αλάτι γι΄ αυτόν και για τα αλατίσματα του. Ένα από αυτά ήταν το αλάτισμα των ζώων του δηλ. το να τα ταΐζει με αλάτι.

Όπως μαρτυρεί από το 1200 μ.Χ. ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος και όπως λένε σήμερα όλοι οι τσοπαναραίοι: το αλάτι είναι «ίξαλον το οχευτικόν» δηλαδή με αυτό μαρκαλάει με όρεξη «ο ίξαλος = ο τράγος» και μαρκαλιούνται ευφρόσυνα οι κατσίκες. Για τους ίδιους δεν ίσχυε αυτό αλλά το: «φάε λάδι κι έλα βράδυ!»

Το αλάτι έλεγαν «σφίγγει τα πράματα» δηλ. τα παχαίνει, τα καθιστά υγιή, βγάζουν περισσότερο γάλα και το κρέας τους γίνεται νοστιμότερο. Οι Βυζαντινοί το θεωρούσαν φάρμακο για την ψώρα και έδιναν «έναν μέδιμνον άλατος» σε εκατό πρόβατα (όπως γράφει ο Θεσσαλονίκης Ευστάθιος), όμως δεν ξέρουμε πόση χωρητικότητα είχε ένας μέδιμνος. Πάντως στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας έδιναν μια οκά στα εκατό πρόβατα, στο Δομοκό δύο και στο Βόλο τρεις (όπως γράφει ο Κουκουλές) και στην περιοχή μας έδιναν από ένα πλόχερο σε κάθε πρόβατο (σύμφωνα με το Λουκόπουλο και τις μαρτυρίες ενεργών προβαταραίων), που σημαίνει περίπου 3,5 οκάδες.                              . 

Ο Δ. Λουκόπουλος στα «Ποιμενικά της Ρούμελης», γράφει ότι οι τσοπαναραίοι πίστευαν ότι το αλάτι φέρνει δίψα στα ζώα έτσι κι αυτά πίνουν πολύ νερό με αποτέλεσμα να παχαίνουν και να φέρνουν γάλα. Τέλος όλοι οι τσοπαναραίοι πίστευαν ότι το αλάτι σφίγγει τα ζώα και φτιάχνει το κρέας τους νοστιμότερο.