Η αξία του αλατιού είναι παγκοίνως γνωστή. Στη χώρα με τα πολλά ακρογιάλια παράγεται άφθονο και φθηνό, όμως στα βουνά κατέληγε λιγοστό και ακριβό. Στη μαγειρική νοστίμευε το φτωχό σε λάδι φαγητό μας. «Τρώγαμε χόρτα αλάδιαγα κι ανάλατα» ήταν έκφραση έσχατης ένδειας.
Τα τελευταία χρόνια το αλάτι έκανε έναν πετυχημένο γάμο με το αποικιακό μαύρο πιπέρι και έκτοτε ζουν ευτυχισμένα ως «αλατοπίπερο». Η επιστημονική φυτολογική ονομασία του μαυροπίπερου είναι Πέπερι το Μέλαν (piper nigrum). Οι Τούρκοι το έλεγαν karabiber (καραπιπέρ=μαυροπίπερο). Το πιπέρι γενικά πάντα νοστίμευε -και νοστιμεύει- τα εδέσματα, που θεράπευαν τον δεινώς χειμαζόμενον ευρυτανικόν στόμαχον. Πάντα ο καλός νοικοκύρης ξέρανε σε αρμαθούλες καυτερές πιπεριές, οι οποίες πικάντιζαν το φαΐ του και ειδικά την πανεθνική μας φασολάδα. Με αυτήν αποθέωνε την γαστριμαργική του ευωχία και με τον «φουσκοπούτσειον» οίνον του πότιζε την ψυχική του ευφορία.
Από το Μεσοπόλεμο και δώθε προμηθευόταν φτηνό κοκκινοπίπερο από τα μπακάλικα του χωριού του και για τα ψητά κρεατικά του το μαυροπίπερο, το οποίο έφερναν, ως αποικιακόν είδος, σε κόκκους και πριν το πουλήσουν το έτριβαν με τον μικρό πιπερόμυλο που είχαν. Έναν τέτοιον έχω και γω και κόβω το καθημερινό μου πιπέρι. Η καλογηρική λύση που μας προτείνει το σατυρικό τραγούδι: «πως το τρίβουν το πιπέρι του διαβόλου οι καλογέροι» είναι ανεφάρμοστη!
To πιπέρι είναι ακριβό και ταιριαστό ζευγάρι με το αλάτι. Η βιομηχανία μάλιστα έφτιαξε το διπλό γυάλινο κρεββάτι τους, την αλατέρια, που παλιότερα κοσμούσε τις τράπεζες των γευμάτων και των δείπνων. Βέβαια είχαν τις διαφορές τους. Το αλάτι ήταν δυσεύρετο στην προμήθειά του και ο κακομοίρης Ευρυτάν έπρεπε να καταπιεί πολλά χιλιόμετρα μουλαρόδρομο, για να ανταλλάξει ένα φόρτωμα ορεινών προϊόντων με αλάτι, ενώ το «καραπιπέρ» ήταν ανεύρετο. Τότε που κάποιοι έβαζαν «πιπέρι και στα λάχανα» ο ορεσίβιος με δυσκολία μπορούσε να νοστιμέψει έτι περαιτέρω, το κρέας που εγεύετο εφροσύνως κάθε «Χ΄στού και Λαμπρή». Προσωπικά το Πάσχα είχα και γω την πρώτη γνωριμία μαζί του, όταν αλατοπιπερωνόταν ο πασχαλιάτικος οβελίας. Στα σοβαρά τραπεζώματα συγκατοικούσε, εν αγαστή συμπνοία, με το αλάτι, μέσα στη δίχωρη αλατιέρα, για να βάζουν στο πιάτο τους οι διάφοροι πιπερομανείς.
Προπολεμικά, στη Μικρασιατική Καταστροφή, οι Τούρκοι όταν έβλεπαν το 5/42 Σύνταγμα έλεγαν το Σεϊτάν ασκέρ και Καρά Πιπέρ (=Μαύρο Πιπέρι) όταν έβλεπαν τον Μαύρο Καβαλάρη, τον Νικόλαο Πλαστήρα, να ηγείται του λαμπρού αυτού Συντάγματος. Μεταπολεμικά εμφανίστηκε στη λαϊκή αγορά της ευρυτανικής πολιτικής σκηνής, φτηνό μαυροπίπερο με το όνομα Καραπιπέρης! Τέλος το μαυροπίπερο χαρακτήριζε μια ωραία χανούμισσα και άκουγε στο όνομα «Καραμπιμπερίμ», όπως ρεμπέτικα μας το τραγουδάει ο Γιάννης Παπαϊωάννου.