«Άνθρωπος στη θάλασσα»

492

Μας το θύμισε ο Γιάννης Αγγελάκας μας θύμισε, σε ανάρτηση του στα social media με τίτλο «Άλλη μια μέρα γεμάτος ντροπή γι’ αυτό το παρανοημένο μόρφωμα που μας προέκυψε ως πατρίδα». Ένα συγκλονιστικό κείμενο του συγγραφέα-ποιητή Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, από το βιβλίο του: Της στιγμής (εκδόσεις Πανοπτικόν, σελ. 46-47, α΄έκδοση 1991).

«Κάποτε η κραυγή “άνθρωπος στη θάλασσα!” υποχρέωνε την κοινότητα ενός καραβιού να επιστρατεύσει όλες τις υλικές και ηθικές δυνάμεις της για να σώσει αυτόν που βρισκόταν σε κίνδυνο. Η επιστράτευση της κοινότητας ήταν ολοκληρωτική, εσωτερική, ενστικτώδης, δηλαδή ανάλογη σε δύναμη και ομόλογη σε ποιότητα προς τα φυσικά στοιχεία που απειλούσαν το κινδυνεύον μέλος της. Γιατί αλίμονο στο σκάφος εκείνο που θα μπορούσε να αδιαφορήσει σε μια τέτοια κραυγή. Θα ήταν ένα σκάφος καταδικασμένο και το ίδιο σε χαμό, ένα σκάφος καταραμένο, άρρωστο, ταμένο του Διαόλου.

Τι συμβαίνει, λοιπόν, στο δικό μας σαστισμένο ταξίδι; Ολόφωτο πλέει το καράβι μας στα κύματα των πνιγμένων που κανείς δεν τους άκουσε ποτέ. Μα αν δεν ξυπνήσουμε στην ώρα μας, θα ξυπνήσουμε αύριο πεθαμένοι – σπασμωδικά, δουλευτάδικα φαντάσματα πάνω σε τούτο το άσκοπο πλεούμενο. Με όλους τους νόμους και τους προφήτες να σαλπίζουνε στο αμπάρι. Με την παντιέρα κουρέλι και τη χολέρα να κόβει βόλτες εκεί που ηχούσαν κάποτε τραγούδια. Γιατί παρατήσαμε το τιμόνι στην Αδιαφορία. Γιατί σαϊτέψαμε από ανία το ερημικό πουλί που κάθισε κάποτε στην πρύμη μας.

Αρχαίες ιστορίες, μοντέρνες όμως οι συνέπειες. Σε τέτοιες συνθήκες οι άναρθρες κραυγές της καταδίκης και της εξανάστασης, όταν κανείς αποδέχεται όλα τ’ άλλα, είναι το λιγότερο ανέξοδες. Και το θέμα των υποκλοπών όπως και τόσα αλλά που μάθαμε να τα καταπίνουμε είναι το αποτέλεσμα της υποχώρησης της ανθρώπινης συλλογικότητας. Όπου αυτή ορθώνεται, υπάρχει ελπίδα. Όταν υποχωρεί, ακούγονται από μακριά θρήνοι και κοπετοί.»

Κράτος δεν έχουμε, ανθρωπιά δεν μας έμεινε, στο αύριο δεν πιστεύει κανείς πια, ο πόνος των ανθρώπων είναι μόνο μια ολιγόλεπτη είδηση, η ελπίδα έμεινε χωρίς συντροφιά. Κάθε μέρα το «Άνθρωπος στη θάλασσα» ακούγεται όλο και περισσότερο, όλο και πιο δυνατά και απλά μετράμε και τον επόμενο που χάνεται τα μανιασμένα κύματα του καιρού μας. Καθένας που χάνεται, παίρνει μαζί του και κάτι απ΄ την ψυχή μας και κάτι απ’ την ζωή μας. Δεν αρκεί όμως μόνο ένα χέρι για να τον σώσεις μέσα σε τέτοια θάλασσα. Θέλει πια πολλά χέρια να ενωθούν και μια κοινή καρδιά να χτυπά.