Η ιστορία των μεταφορών είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής. Ο πρωτόγονος άνθρωπος μετακινούνταν βαδίζοντας σε αναζήτηση τροφής ή από περιέργεια για να γνωρίσει το περιβάλλον του ή ακόμα και για την προστασία του από τους διάφορους φυσικούς κινδύνους (όπως σε αναζήτηση κάποιου καταφυγίου-σπηλιάς). Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι οι φυσικές του αντοχές για να διανύει μεγάλες αποστάσεις ήταν περιορισμένες και πολύ περισσότερο περιορισμένη η ικανότητά του να μεταφέρει βάρη σε σημαντικές αποστάσεις.
Οι αδυναμίες αυτές οδήγησαν τον άνθρωπο σε αναζήτηση διαφόρων μέσων μεταφοράς τόσο για τον ίδιο όσο και για τ΄ αγαθά του, ξεκινώντας αρχικά τη χρησιμοποίηση ζώων στη ξηρά και από το πρωτόγονο μονόξυλο στις λίμνες και τους ποταμούς, βγήκε στη θάλασσα με τα μεγάλα πλοία του.
Επί τουρκοκρατίας άκμασε το επάγγελμα των κιρατζήδων (τουρκ. kiraci) ή ελληνιστί αγωγιάτες (μσν. αγωγιάτης < αρχ. ελλην. αγώγιον). Διέθεταν άλλοι λίγα και άλλοι στόλο αλογομούλαρων (μέχρι εκατό). Οι αποστάσεις μετρούνταν σε χάνια τα οποία υπήρχαν ανά κάθε 50 χιλιόμετρα το πολύ, όσο δηλ. μπορούσε να περπατήσει το καραβάνι ένα εικοσιτετράωρο.
Στην εποχή μας ο άνθρωπος κατάφερε να αναπτύξει την τεχνολογία και να κατασκευάσει μηχανήματα, που αναπτύσσουν μεγάλες ταχύτητες και που μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων ή επιβατών.
Όμως εν προκειμένω, στην παρούσα αναφορά, μας ενδιαφέρουν τα εργαλεία και τα μέσα μεταφοράς, που χρησιμοποιούσε ο προβιομηχανικός αγρότης των βουνών, για να εξυπηρετηθεί στις εργασίες της καθημερινότητας, κυρίως μεταφορές από το σπίτι στα χωράφια και τούμπαλιν.
Οι μεταφορές ήταν μια από τις δύσκολες φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας. Το σημερινό 4Χ4 το πετρελαιοκίνητο αγροτικό αυτοκίνητο ήταν ο… αχυροκίνητος ημίονος. Επίσης ένα καλό φορτιάρικο ήταν ο ίδιος ο αγρότης και κυρίως η αγρότισσα. Τα μέσα μεταφοράς τότε κατανάλωναν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, άχυρο και κριθάρι τα γαϊδουρομούλαρα και… ψωμοτύρι ο αγρότης.
Προσωπικά εξάντλησα ένα μεγάλο μέρος της βουκολικής μου νιότης φορτώνοντας και σαλαγώντας το γάιδαρο ή το μουλάρι μας σε μια… οίκαδε πορεία και ξεφορτώντας το, επέστρεφα, ως καβαλάρης, …οίκοθεν στο χωράφι.
Ο ΡΟΒΑΣ
Ο Ρόβας ήταν ο αντιπροσωπευτικός Ηπειρώτης κυρατζής–αγωγιάτης, που ξεκινούσε από τα βουνά της Ηπείρου κι έφτανε στα Πριγκηπάτα, στη Βλαχιά μ΄ ένα καραβάνι από «μουλάρια δεκαοχτώ και μούλες δεκαπέντε» φορτωμένες με εμπορεύματα για να τα πουλήσει και ν΄ αγοράσει άλλα και να γυρίσει στον τόπο του.
Τα ταξίδια του ήταν πολυήμερα και η απόσταση μετριόταν σε χάνια, που ήταν υποχρεωμένος να διανυκτερεύσει. Ένα τέτοιο στεριανό ταξίδι πάντα ήταν μια επικίνδυνη περιπέτεια με διακύβευμα όχι μόνο τα εμπορεύματα και τα χρήματα, αλλά και την ίδια τη ζωή του κυρατζή.
Έτσι ο ριψοκίνδυνος και πανέξυπνος Ρόβας ταυτίστηκε με την αρχετυπική μορφή του Ηπειρώτη, που περνούσε τη ζωή του «vivere pericolosamente» μεταξύ Βλαχιάς και Ηπείρου.