

Όνομα: Μάρκος Γκιόλιας
Ιδιότητα: Λογοτέχνης, ιστορικός συγγραφέας
Τόπος καταγωγής: Βαλαώρα
Τόπος διαμονής: Αθήνα
Ο Μάρκος Γκιόλιας γεννήθηκε στην ευρυτανική γη στη Βαλαώρα, αλλά μεγάλωσε στη γειτονική Αιτωλοακαρνανία, στο Αγρίνιο. Τα στοιχεία καταγωγής του δεν παρατίθενται απλώς για ενημερωτικούς λόγους, αλλά γιατί χωρίς αυτά, το έργο του Μάρκου Γκιόλια δεν θα ήταν αυτό που ξέρουμε. Νομίζω ότι το έθεσε έξοχα ο διαπρεπής ιστορικός Σπύρος Ασδραχάς.
«[τό κύριο στοιχείο της πνευματικής βιογραφίας του Μάρκου Γκιόλια είναι η] βιωματική του σχέση με το πεδίο της ιστορικής του παρατήρησης, τη Δυτική Στερεά. Αλλιώς, η βιωματική σχέση με τον χώρο είναι αυτή που τον ανέδειξε σε πεδίο ιστορικής παρατήρησης, είτε αυτή επικεντρώνεται στον ίδιο χώρο είτε στους ανθρώπους του, τον Κοσμά τον Αιτωλό ή τον Κώστα Χατζόπουλο, για να αναφερθώ σε δυο μόνο από τα μείζονα ιστορικά έργα του».
Για τον πνευματικό άνθρωπο Μάρκο Γκιόλια, η Δυτική Στερεά δεν είναι απλά χώρος καταγωγής, ούτε γραφικά ήθη και έθιμα για τηλεοπτική κατανάλωση, ούτε η έδρα του «εξοχικού», αλλά εκείνες οι πρωταρχικές ρίζες, τα πρώτα βιώματα, η πρώτη ύλη με την οποία σμιλεύεται ο ανθρώπινος χαρακτήρας και, θα πρόσθετα, γεννιούνται τα πρώτα ερωτήματα. Ο Μάρκος Γκιόλιας αγάπησε τόσο πολύ τη γενέθλια γη, που της αφιέρωσε όλο του τον πνευματικό μόχθο.
Ο Μάρκος Γκιόλιας σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες, αλλά τα πνευματικά του ενδιαφέροντα γρήγορα επεκτάθηκαν στην ιστορία. Τον ενδιαφέρει η ιστορία της γενέθλιας γης (κυρίως της Ευρυτανίας, αλλά όχι μόνο), σημαντικών προσωπικοτήτων της (όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός και ο Κώστας Χατζόπουλος), και οι μορφές οργάνωσης της τοπικής αγροτικής – κτηνοτροφικής οικονομίας. Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο επάνω στο παραδοσιακό δίκαιο και τους οικονομικούς θεσμούς του τσελιγκάτου, η οποία έτυχε όχι μόνο της ομόφωνης έγκρισης της κριτικής επιτροπής του Πανεπιστημίου, αλλά και της ευρύτερης προσοχής με εγκωμιαστικές βιβλιοκρισίες και άρθρα στον Τύπο, όταν αργότερα εκδόθηκε σε βιβλίο. Σε όλο του το έργο, είτε πρόκειται για μελετήματα σχετικά με Έλληνες λογοτέχνες, είτε για ιστορικές προσωπικότητες, είτε για τοπικά κοινωνικά φαινόμενα, ο Μάρκος Γκιόλιας επιμένει να φέρνει στο φως και να αναλύει ένα ευρύτερο πνεύμα αλληλοεπηρεαζομένων παραγόντων που συγκροτούν μια ολόκληρη εποχή. Στο έργο του, Κοσμάς Αιτωλός λ.χ., δεν μαθαίνουμε μόνο για τον ομώνυμο μεγάλο δάσκαλο, αλλά και για τον αγροτικό ελληνισμό του 18ου αιώνα. Στο άλλο έργο του, Κώστας Χατζόπουλος, δεν βιογραφείται μόνο ο πρωτοπόρος πεζογράφος του δημοτικισμού, αλλά ιστορείται και το ελληνικό εργατικό κίνημα μέσα από την πολιτική συγγραφική δράση του Χατζόπουλου. Από αυτή την ευρύχωρη οπτική γωνία ο αναγνώστης μαθαίνει και, επιπλέον, μαθαίνει να συνδυάζει και να σκέπτεται.
Τα σημαντικότερα έργα του απέσπασαν τα ειλικρινή εγκώμια αυτών των οποίων η γνώμη κατ’ εξοχήν μετράει για έναν άνθρωπο του πνεύματος – των ομοτέχνων του. Ο Κ. Θ. Δημαράς αναφέρεται στο βιβλίο Ο Κοσμάς Αιτωλός και η Εποχή του ως εξής: «Σπάνια βρίσκει κανείς σε πρόσφατα ελληνικά βιβλία τόσο ευσυνείδητη προσπέλαση προς το θέμα, τόση πληρότητα, τόσην αρτιότητα, όσο παρουσιάζει το έργο τούτο». Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος αναφέρεται στην Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1393-1821), λέγοντας ότι [το βιβλίο αυτό] «δεν φέρνει μόνο πρωτότυπες πληροφορίες και εύστοχες διασταυρώσεις στο ιστοριογραφικό μας συμπόσιο. Φέρνει κάτι άλλο που δεν το συναντάμε συχνά στις “εντοπισμένες” ιστοριογραφικές απόπειρες. Κατορθώνει την ένταξη του τοπικού, ως μερικού, στο γενικό, και μας επιτρέπει να περιδιαβάζουμε συνεχώς στα μεγάλα ιστορικά προβλήματα μέσα από τα οποία βλέπουμε με μεγαλύτερη οξυδέρκεια τα τοπικά φανερώματά τους». Και ο Νίκος Καραπιδάκης, που έχουμε την τιμή να είναι σήμερα μαζί μας, αναφωνεί, μετά την ανάγνωση του εξαίρετου βιβλίου Παραδοσιακό Δίκαιο και Οικονομία του Τσελιγκάτου: «Υπέροχο’ μετά την ανάγνωση αυτού του βιβλίου οι λέξεις δεν έχουν πια το ίδιο νόημα. Ούτε η ιστορία των θεσμών και του δικαίου. Ούτε η εθνολογία και η ανθρωπογεωγραφία. Ούτε τα δημοτικά τραγούδια». Πόσοι αλήθεια μπορούμε να υπερηφανευθούμε για τέτοια εγκωμιαστικά σχόλια;
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω τρία πράγματα για τον συγγραφέα. Πρώτον, το πάθος του Μάρκου για τα Γράμματα. Όπως ξέρουμε, ανήκει σε μια γενιά που πέρασε ταραγμένα χρόνια, μεγάλωσε σε μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Ελλάδας, σε μια περίοδο που ωθούσε τους ανθρώπους στην ξενιτειά είτε στην αναζήτηση σταθερού επαγγέλματος (συνήθως στο δημόσιο). Αλλά ο Μάρκος Γκιόλιας αφοσιώθηκε στα Γράμματα. Ήδη από το 1960 οι πνευματικές του ανησυχίες τον οδήγησαν στην έκδοση του πολύ αξιόλογου λογοτεχνικού περιοδικού Αιτωλικά Γράμματα.
Δεύτερον, ο Μάρκος Γκιόλιας παρήγαγε ιστορική γνώση αναζητώντας πηγές, μαθαίνοντας ξένες γλώσσες, αναδιφώντας αρχεία, μιλώντας με παλαιότερους. Μόνο όποιος το επιχείρησε καταλαβαίνει πόσο κοπιαστική είναι αυτή η διαδικασία, σε μια χώρα που δεν φημίζεται για τα πλούσια αρχεία της, ούτε για τις πλούσιες βιβλιοθήκες της. Σημειώστε ότι ο Μάρκος δεν υπήρξε καθηγητής πανεπιστημίου, ούτε επαγγελματίας ερευνητής- η ιστορική έρευνα και η συγγραφή δεν αποτελούσαν επαγγελματικές επιταγές γι’ αυτόν (μέρος μιας στενά επαγγελματικής ταυτότητας), ήταν ένας ανεξάρτητος μελετητής. Γιατί έγραφε; Γιατί γράφει; Τρεις λέξεις, νομίζω, υπάρχουν γι’ αυτό: μεράκι, κέφι, περιέργεια. Ο Γερμανός φιλόσοφος Oswald Spengler τονίζει, ότι ένας συγγραφέας πρέπει να γράφει σε δυο κυρίως περιπτώσεις: Όταν έχει να θέσει προβλήματα ή όταν απαντάει σε τεθειμένα ήδη προβλήματα. Στο έργο του ο Μάρκος Γκιόλιας τηρεί και τους δυο αυτούς θεμελιώδεις όρους της συγγραφής: Και θέτει προβλήματα και απαντάει σε υπάρχοντα προβλήματα της ελληνικής ιστορίας.
Τρίτον, συναφές με το προηγούμενο, είναι το γεγονός ότι, ακριβώς επειδή δεν ανήκε σε κάποιον επαγγελματικό οργανισμό, αυτό τον απεγκλώβισε από επιστημονικά στεγανά του έδωσε την ελευθερία να αντλεί από διαφορετικές επιστήμες και να συνθέτει από διαφορετικές πηγές. Το έργο του δεν διαβάζεται μόνο ως ιστορία αλλά και ως κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, λαογραφία, βιογραφία. Αυτή την ευρύτητα του πνεύματος τη βλέπουμε γενικότερα σε στοχαστές οι οποίοι δεν υπήρξαν πανεπιστημιακοί, στον Κορνήλιο Καστοριάδη για παράδειγμα, και που είχαν ακριβώς αυτή την ελευθερία να αντλούν από διαφορετικά επιστημονικά μέρη.
Αυτό το πολύπτυχο έργο του δρ. Μάρκου Γκιόλια θα συζητήσουμε σήμερα, εξού και η πολυθεματική οργάνωση αυτού του πάνελ. Έχουμε τη χαρά να βρίσκονται μαζί μας διακεκριμένοι ερευνητές, μελετητές της ελληνικής ιστορίας, οι οποίοι θα ανατάμουν, ο καθένας από τη δική του σκοπιά, το έργο του κ. Γκιόλια. Πιο συγκεκριμένα, θα παρουσιάσω τους ομιλητές του σημερινού πάνελ, με τη σειρά που αναγράφονται στο πρόγραμμα, όπως θα είναι και η σειρά των ομιλιών τους. Θα αρχίσει η κ. Μεταξούλα Μανικάρου, Δρ. Φιλολογίας. Το θέμα της θα είναι: «Το περιοδικό Αιτωλικά Γράμματα και ο εκδότης τους Μάρκος Γκιόλιας». Θα συνεχίσει ο κ. Νίκος Καραπιδάκης, Καθηγητής Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο με θέμα: «Ο Μάρκος Γκιόλιας για την Οικονομική και Κοινωνική Ιστορία». Στη συνέχεια ο κ. Γιάννης Μηλιός, Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, θα παρουσιάσει το θέμα: «Ο Μάρκος Γκιόλιας ως ιστορικός του εργατικού κινήματος». Στη συνέχεια η κ. Μαρία Παναγιωτοπούλου, Δρ. Φιλολογίας, Διευθύντρια Γ.Α.Κ. Ν. Ευρυτανίας θα μιλήσει με θέμα: «Ο Μάρκος Γκιόλιας ιστορικός της Ευρυτανίας». Τελευταίος αλλά όχι έσχατος, ο κ. Ελευθέριος Αλεξάκης, Δρ. Εθνολόγος, Λαογράφος, Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, θα μιλήσει με θέμα: «Ο Μάρκος Γκιόλιας μελετητής των λαϊκών θεσμών».
*H παραπάνω παρουσιαση του παλαιού συνεργάτη της έντυπης Νέας Εποχής έγινε από τον Χαρίδημο Τσούκα στην ημερίδα της 22-2-2009 που διοργανωθηκε από την Πανευρυτανική Ένωση.

