Μια από τις μικρές απολαύσεις -ανδρών τε και γυναικών- ήταν ο τούρκικος καφές. Μπορεί οι Τούρκοι να μην στέριωσαν στην Ευρυτανία, όμως ο καφές τους ήρθε κι έμεινε. Ήταν ο αραβικός καφές, που οι Τούρκοι τον βάφτισαν τούρκικο και, που στη συνέχεια εμείς οι Έλληνες, πιστοί στα… πεπρωμένα της φυλής μας, τον ξεβαφτίσαμε και τον ξαναβαφτίσαμε ελληνικό. Βέβαια από το 2013 στη λίστα της Άυλης Κληρονομιάς της UNESCO πιστοποιείται ως τούρκικος.
Ο καφές κυκλοφορούσε στην αγορά άψητος και άκοπος. Για το ψήσιμο το κάθε σοβαρό σπίτι είχε τον ψήστη του καφέ ή καβουρδιστήρι (από το τουρκ. kavurdim) ή επί το ελληνικότερον φρύγετρον. Ήταν διαφόρων τύπων, εκείνον όμως που χρησιμοποιούσε ο Ευρυτάνας ήταν ο τενεκεδένιος που έφτιαχναν οι επιχώριοι τενεκτζήδες. Έφερε έναν λαμαρινένιο κύλινδρο, μέσα στον οποίον έμπαιναν οι κόκκοι του καφέ. Τούτον διεμβόλιζε κατά την εγκάρσια έννοια ένας άξονας, σαν τη σούβλα για το κοκορέτσι, και όταν τον έβαζαν στη φωτιά τον περιέστρεφαν μέχρι να καβουρδιστούν οι κόκκοι του καφέ.
Στη συνέχεια το λόγο είχε ο ακριβός βιοτεχνικός μπρούτζινος καφόμυλος όπου έμπαιναν και κόβονταν οι καβουρδισμένοι κόκκοι του καφέ για να παραχθεί το τελικό προϊόν του καφέ. Τούτο έμπαινε στο καφοκούτι, που ήταν κι αυτό ένα έργο των επιχώριων τενεκτζήδων. . Είχε δύο χωρίσματα, ένα για καφέ κι ένα για ζάχαρη και στο χώρισμα μετεωριζόταν το κουταλάκιτου καφέ. Μεταφορικά δήλωνε τη ζαρόγρια.
Εκεί περίμενε ώσπου νάρθει η ευλογημένη ώρα να μπει στο καφόμπρικο και να ψηθεί στη χόβολη, να σερβιριστεί στα μικρά φλιτζάνια (ο καφές δεν ήταν για χόρταση), στη συνέχεια να ηδύνει τα στερημένα χείλη των συμποσιαζόμενων και τέλος -όχι πάντοτε- η παντογνώστρια καφεμάντις να προβλέψει το μέλλον σε κάθε καφεπότη. «
Επειδή ο καφές, ως εισαγόμενος, ήταν ακριβός «νοθευόταν» με ρεβίθια και άλλα αγενέστερα υλικά όπως το κριθάρι. Όλα αυτά ψήνονταν και κόβονταν με μερικούς κόκκους καφέ κι έτσι είχαμε ένα νέο είδος, τον ρεβιθοκαφέ, που πολλές φορές ήταν ρεβιθόζουμο νοθευμένο με καφέ!
Ίσως ο ενισχυμένος σε ρεβίθι ρεβιθοκαφές, να μην έφτιαχνε στη μούργα του αυτά τα περίτεχνα αραβουργήματα, που εξάπτουν την φαντασία των χρηστών και ξεκλειδώνουν οι μελλοντολόγες καφετζούδες. Βέβαια γενικά ο Ευρυτάν δε φλεγόταν να του πουν τη μοίρα του γιατί αυτός την ήξερε καλύτερα, όπως έλεγε.
Συνέχεια…