Το 1908 η Ελλάδα για άλλη μια φορά είναι ταπεινωμένη. Μετά την πτώχευση του Τρικούπη και τις ήττες, οι δανειστές ελέγχουν την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας. Ίντριγκες, ψέματα, φόροι και χαράτσια. Ο λαός πεινάει. Δεν υπάρχει καμία αισιοδοξία και ο Κωστής Παλαμάς γράφει το ποίημα «Γύριζε».
Με ποιητική ακρίβεια, μιλά ευθέως για «την πόρvη Ρωμιοσύνη, τον περίγελο των Ευρωπαίων, τους στέρφους μανταρίνους και το ρωμιό που ξανάσκυψε να γίνει σκλάβος». 116 χρόνια μετά ο ποιητής είναι πιο επίκαιρος από ποτέ. Κρίμα που δε διαβάσαμε τους στίχους του όταν έπρεπε.
“Γύριζε, μή σταθής ποτέ, ρίξε μας πέτρα μαύρη,
ο ψεύτης είδωλο είναι εδώ, το προσκυνά η πλεμπάγια,
η Αλήθεια τόπο να σταθή μια σπιθαμή δέ θάβρη.
Αλάργα. Νέκρα της ψυχής της χώρας τα μουράγια.
Η Πολιτεία λωλάθηκε, κι απόπαιδα τα κάνει
το Νου, το Λόγο, την Καρδιά, τον Ψάλτη, τον Προφήτη·
κάθε σπαθί, κάθε φτερό, κάθε χλωρό στεφάνι,
στη λάσπη. Σταύλος ο ναός, μπουντρούμι και το σπίτι.
Από θαμπούς ντερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους
κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.
Χαρά στους χασομέρηδες! Χαρά στους αρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.
Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γή, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.
Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
Και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι·
Λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
Κι οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!”
Ο Κωστής Παλαμάς πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου 1943. Μία μέρα αργότερα, τελέστηκε η κηδεία του, η οποία εξελίχτηκε σε κορυφαία αντιστασιακή εκδήλωση ενάντια στη γερμανική κατοχή. (filoitexnisfilosofias.com)
Σκληρά λόγια, σκληρές εποχές… τότε, τώρα και πάντα; Πόσο βαθιά είναι η εκπόρνευση που δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να καταλάβουμε την πτώση. Πόσο ξεπεσμένη ‘πόρνη’ που την κλωτσάνε, τη χτυπάνε, τη ληστεύουν, τη χλευάζουν κι αυτή σαν χαζή χαμογελά και συνεχίζει να φτιασιδώνεται. Πρέπει να κρύψει άλλωστε το μαυρισμένο μάτι, το κουτσό πόδι και τα ρυτιδιασμένα μάγουλα πριν έρθει ο επόμενος πελάτης…
Αυτή είναι η εικόνα της Ελλάδας, έναν ακόμη Δεκαπενταύγουστο με φονικές πυρκαγιές μέσα στην πόλη, όχι μια οποιαδήποτε πόλη, οι καθιερωμένες πια, όλως τυχαίως, μετά τις φονικές πλημμύρες που κατέστρεψαν ολόκληρη την αγροτική παραγωγή της χώρας, μετά από το ξεπούλημα όλων των δημόσιων νοσοκομείων, πανεπιστημίων, μεταφορών κλπ, μετά από τα Τέμπη. Όλα τυχαία, όλοι αθώοι…
Είναι η εικόνα μιας χώρας που παραπαίει ανάμεσα στην εθνική υπερηφάνεια των ολυμπιακών μεταλλίων και της καταστροφικής μανίας σε κάθε τι που πάει να προοδεύσει. Μακριά από τη λέξη λεβέντες.
Περίγελοι, παλιάτσοι, πόρνες; Σκλάβοι.