Ανησυχητική η επικαιρότητα τον τελευταίο καιρό. Στα Διεθνή ο ξεπεσμός της Γερμανίας και η βαθιά κρίση στη Γαλλία, πάνε κάθε μέρα χέρι χέρι με την αλλαγή φρουράς στην Αμερική, με τον πόλεμο στην Παλαιστίνη, τις εξελίξεις στη Συρία και την στάση αναμονής της Ρωσίας, έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό σκηνικό που μυρίζει μπαρούτι.
Στα δικά μας, από την άλλη, κάθε δελτίο ειδήσεων και μια ακόμη σταγόνα σαπίλας και δυσωδίας. Με βιαστές, κακοποιητές, βασανιστές, παιδόφιλους και άλλους να παρελαύνουν μέρα νύχτα, οδηγώντας μας αργά και σταθερά σε μια απομυθοποίηση της βρωμιάς, στην αποτερατοποίηση όπως κάπου διάβασα. Και η αστυνομία σε όλα μέσα.
Σε αυτό λοιπόν το κάδρο, ο επίτιμος πρόεδρος των Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, Θανάσης Κατερινόπουλος μίλησε στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και αποκάλυψε το απίστευτο ποσοστό των αστυνομικών που δεν πρέπει να έχουν όπλο και ανέφερε πως: «Δεν ξέρω αν αυτά τα ψυχομετρικά που περνούν για την κατάταξη είναι τα κατάλληλα. Δεν είμαι ειδικός. Σημασία έχει όμως ότι εντάξει, εκεί πάντα γινόταν μια μορφή αξιολόγησης».
«Από κει και πέρα όμως, τα προβλήματα αρχίζουν μετά. Και το μετά είναι ότι θα πρέπει σύμφωνα με έναν νόμο που πέρασε μετά από αλλεπάλληλες συνδικαλιστικές πιέσεις, οι αστυνομικοί να εξετάζονται από τον ψυχολόγο ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ο νόμος προέβλεψε κάθε πενταετία. Είχαν φέρει κάποια ψυχομετρικά, νομίζω από το εξωτερικό, κάποια στιγμή στην πορεία θεώρησαν ότι αυτά δεν καλύπτουν πλήρως το θέμα, φέρανε κάποια άλλα. Διίστανται οι απόψεις μεταξύ των επιστημόνων ότι τα προηγούμενα ήταν καλύτερα από τα δεύτερα. Δεν μπορώ να το κρίνω αυτό».
«Εκείνο όμως το οποίο μπορώ να κρίνω είναι ότι ο νόμος πρόβλεψε κάθε 5ετία να περνάνε ψυχομετρικά. Εκείνο το οποίο μέχρι αυτή τη στιγμή και προκαλώ το υπουργείο να δώσει στοιχεία, γιατί η πληροφόρηση η δική μου είναι ότι περίπου 5.000-5.500 αστυνομικοί είναι χωρίς όπλο, πράγμα που σημαίνει ότι κρίθηκαν ακατάλληλοι».
«Το 10-12% περίπου, γιατί είναι 55.000 άτομα. Κόπηκαν από την ψυχομετρική εξέταση που υπέστησαν στην πορεία ή παραπέμφθηκαν από κάποιους διοικητές αξιωματικούς κυρίως για να εξεταστούν για κάποια προβλήματα, για κάποια συμπεριφορά. Πολύ μεγάλο ποσοστό».
Τραγικό ποσοστό θα πω εγώ. Κι είναι κάποιες μέρες που είναι τόσο βαρύ όλο αυτό που βιώνουμε που δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι. Είναι μέρες που υποψιαζόμαστε ακόμα και το συνάδελφο, το γείτονα, τον φίλο, τον αδερφό, το σύντροφο. Είναι μέρες που είμαστε έτοιμοι να κατασπαράξουμε ο ένας τον άλλο, έτσι μόνο από καχυποψία ή αδυναμία να πιστέψουμε στο καλό.
Τα είπε ο ποιητής και ας έφυγε. Βοήθα καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας…
Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί
Μέρες της αρμύρας κι ο ήλιος πάντα εκεί
με τα μακεδονίτικα πουλιά και τ’ αρμενάκια
που ελοξοδρόμησαν και χάσανε την Μπαρμπαριά
Πότε παραμονεύοντας τον πόρφυρα
το μαύρο ψάρι έρχεται φεύγει
μικραίνουν οι κύκλοι του
Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί
Μεγάλωσαν τα γένια μας η ψυχή μας αλλιώτεψε
αγριεμένο το σκυλί γαβγίζει τη φωνή του
βοήθα καλέ μου μη φαγωθούμε μεταξύ μας
Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί
Ώρες ώρες μερεύουμε με τη χορδή της λύρας
δεμένος πισθάγκωνα στο μεσιανό κατάρτι
ο Χιώτης ο τυφλός τραγουδιστής βραχνός προφήτης
μασώντας τη μαστίχα του παινεύει την Ελένη
κι άλλοτε τη Τζαβέλαινα τραβάει στο χορό
Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί
(Κ.Χ. Μύρης/ 1972)